# | deu | ell |
---|
1 | Japan: Wahl-Tweets verboten | Ιαπωνία: Απαγορεύτηκε η δημοσίευση σχολίων στο Twitter κατά την διάρκεια προεκλογικών περιόδων |
2 | Obwohl Japanisch die zweitaktivste Sprache in der Twitterwelt ist, ist das Twittern für die politischen Kandidaten des Landes während Wahlkampagnen verboten. | Αν και τα ιαπωνικά είναι η δεύτερη πιο ενεργή γλώσσα στο Twitter παγκοσμίως [en], για τους πολιτικούς της χώρας η δημοσίευση σχολίων στο ηλεκτρονικό μέσο δικτύωσης κατά τη διάρκεια των προεκλογικών περιόδων απαγορεύτηκε. |
3 | Eine Gruppe junger Aktivisten versucht, diese Situation zu ändern. | Μία ομάδα νέων ακτιβιστών προσπαθεί να αλλάξει την κατάσταση. |
4 | Die Kandidaten dürfen keine Dokumente oder Bilder veröffentlichen, das gilt auch für andere Onlineaktivitäten wie zum Beispiel Bloggen, das Verschicken von Newslettern oder das Twittern über Meetings. | Οι υποψήφιοι απαγορεύεται να δημοσιεύσουν έγγραφα ή φωτογραφίες, συμπεριλαμβανομένων και διαδικτυακών δραστηριοτήτων όπως η δημοσίευση blogs ή η αποστολή newsletters ή η δημοσίευση σχολίων στο Twitter σχετικά με συναντήσεις. |
5 | Kensuke Harada, der die One Voice Kampagne [ja] ins Leben rief, um den Wählern die Möglichkeit zu geben, mehr Informationen im Internet zu finden, schreibt in seinem Blog [ja]: | Ο Kensuke Harada, ο οποίος ξεκίνησε την One Voice Campaign [ja] προκειμένου να επιτρέψει στους ψηφοφόρους να βρίσκουν περισσότερες πληροφορίες στο διαδίκτυο, γράφει στο blog του [ja]: |
6 | Die Wähler dürfen keine Internetseiten einrichten, um bestimmte Kandidaten zu fördern. | Στους ψηφοφόρους δεν επιτρέπεται η κατασκευή ιστοσελίδων με σκοπό την υποστήριξη συγκεκριμένων υποψηφίων. |
7 | Sie können keine Informationen über Kandidaten und politische Strategien im Internet finden. | Επίσης, οι ψηφοφόροι δεν μπορούν να βρουν πληροφορίες σχετικά με τους υποψηφίους και τις πολιτικές τους στο διαδίκτυο. |
8 | Dies ist keine gute Umgebung, um einen gescheiten Politiker hervorzubringen. | Αυτό δεν είναι ένα καλό περιβάλλον που θα παράξει έναν αξιοπρεπή πολιτικό. |
9 | Junge Menschen werden sich so nicht für Politik interessieren. | Οι νέοι δεν έχουν κάποιο μέσο ώστε να ενδιαφερθούν για την πολιτική. |
10 | So wird man aus Japan keinen besseren Ort machen können. | Αυτός δεν είναι ο δρόμος προκειμένου να γίνει η Ιαπωνία ένα καλύτερο μέρος. |
11 | Das momentane Wahlsystem, um einen Politiker zu wählen ist einfach kaputt. | Το σημερινό εκλογικό σύστημα και ο τρόπος εκλογής πολιτικών είναι απλά λάθος. |